- εἴδεσι
- εἴ̱δεσι , εἶδοςthat which is seenneut dat pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
обличениѥ — ОБЛИЧЕНИ|Ѥ (89), ˫А с. 1.Вид, образ: первочадна˫а расыпае(т)сѧ тма. и на свѣ(т) все и на чи(н) и на обличе(н)е приходи(т). (εἷδος) ГБ XIV, 63б; ˫авѣ же е(с). ˫ако в шести денъ б҃ъ вещь съставивъ и образи(в) и ѹкраси(в). всѣми обличеньи и смѣшеньи … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
διασχηματίζω — (Α) 1. δίνω σχήμα σε κάτι, διαμορφώνω 2. απεικονίζω, αναπαριστώ, περιγράφω 3. μέσ. (για τον θεό) σχηματίζω ως δημιουργός («οὕτω δὴ τότε πεφυκότα ταῡτα πρῶτον διεσχηματίσαντο εἴδεσί τε καὶ ἀριθμοῑς», Πλούτ.) 4. ετοιμάζομαι για κάτι («ἐκεῑνος ἐπἰ… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… … Dictionary of Greek